Μαθαίνοντας μια ξένη γλώσσα: Ιδιαίτερα μαθήματα ή Φροντιστήριο;
Πολλές φορές οι γονείς σκεφτόμαστε τί θα ήταν καλύτερο να επιλέξουμε για τα παιδιά μας, ώστε να τα βοηθήσουμε να μάθουν πιο αποτελεσματικά μία ξένη γλώσσα. Και το βασικότερο ερώτημα που προκύπτει είναι: Ιδιαίτερα μαθήματα ή φροντιστήριο; Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει πρώτα να απαντήσουμε σε κάποιους κοινούς μύθους! Ας τους δούμε μαζί:
Μύθος 1ος: Στα ιδιαίτερα ο δάσκαλος έχει μόνο το παιδί μου.
Αυτό ισχύει μόνο ως εικόνα. Ναι, στον χώρο βρίσκεται μόνο ο δάσκαλος με τον μαθητή ή την μαθήτριά του. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το μάθημα γίνεται αποκλειστικά με τις ξεχωριστές παραμέτρους που διαμορφώνονται από το παιδί. Κάθε δάσκαλος έχει τη δική του τεχνική διδασκαλίας και απλά την εφαρμόζει επαναλαμβάνοντας το ίδιο μοτίβο, ασχέτως με το παιδί που έχει απέναντί του. Αντίθετα, σε μία τάξη με συγκεκριμένο αριθμό μαθητών, ο δάσκαλος έχει απέναντί του μία ομάδα ως σύνολο. Η απορία του ενός παιδιού είναι και απορία του άλλου, που μπορεί να μην την έχει ακόμη σκεφτεί ή να ντρέπεται να την εκφράσει. Έτσι, η ομάδα μαθαίνει όχι μόνο από τους προσωπικούςπροβληματισμούς του κάθε μαθητή, αλλά και από ερωτήσεις και σκέψεις που σίγουρα θα απουσιάσουν από ένα ατομικό ιδιαίτερο μάθημα.
Μύθος 2ος: Στα ιδιαίτερα όλος ο χρόνος του μαθήματος αφιερώνεται στο παιδί μου.
Όχι! Ο χρόνος κάθε μαθήματος αφιερώνεται στο ίδιο το μάθημα της ξένης γλώσσας. Το «ακροατήριο» -ας το πούμε έτσι- δεν παίζει ρόλο εάν αποτελείται από ένα ή από πολλά άτομα. Κάθε μάθημα έχει τους δικούς του συγκεκριμένους άξονες, με τη διαφορά ότι στο φροντιστήριο το πρόγραμμα είναι απολύτως συγκεκριμένο και ως προς το χρόνο της εξέλιξης, αλλά και ως προς το περιεχόμενό του, σε αντίθεση με τα ιδιαίτερα μαθήματα, όπου οι ρυθμοί μπορούν πολύ εύκολα να επιβραδυνθούν. Το ίδιο συμβαίνει και με την ποιότητα.
Μύθος 3ος: Με ιδιαίτερα μαθαίνουμε καλύτερα μια ξένη γλώσσα.
Αυτός είναι ένας από τους πιο διαδεδομένους μύθους. Και για να εξηγήσουμε τον λόγο για τον οποίον κάτι τέτοιο δεν ισχύει, θα πρέπει να αναλύσουμε τον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά μαθαίνουν και αφομοιώνουν καλύτερα τη γνώση. Αυτό μπορείς να το δεις αναλυτικά εδώ [link στο προηγούμενο post 01. Πώς μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα – (Learning Pyramid Theory)].
Τα ιδιαίτερα ακολουθούν έναν παθητικό τρόπο διδασκαλίας, ο οποίος μας οδηγεί -δυστυχώς αναγκαστικά- μέχρι το 30% της επιτυχίας, κάτω από τις ιδανικότερες συνθήκες. Και αυτό συμβαίνει γιατί από ένα ιδιαίτερο μάθημα απουσιάζει το βασικότερο κομμάτι της σύγχρονης εκπαίδευσης: Η δυνατότητα για έναν μαθητή να αλληλεπιδράσει με ένα μεγαλύτερο σύνολο. Αντίθετα, στην τάξη ενός φροντιστηρίου, η εξάσκηση της ξένης γλώσσας μέσα στο σύνολο της ομάδας, οι απορίες που μοιράζονται, ο υγιής ανταγωνισμός, ακόμη και με τη μορφή του παιχνιδιού, και όλοι οι παράγοντες που έχουν να κάνουν με την ομαδικότητα στη μάθησης, την εξάσκηση, την αφομοίωση και την εξοικείωση με την ξένη γλώσσα, αποτελούν έναν σύγχρονο τρόπο εκπαίδευσης, ο οποίος οδηγεί στην κατάκτηση του 90+% της γνώσης που θα αποκτήσει ένας μαθητής κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Είναι λοιπόν σαφές ότι κάτι τέτοιο, δεν μπορεί να εφαρμοστεί από τη φύση του σε ένα ατομικό ιδιαίτερο μάθημα.
Στα παραπάνω θα πρέπει να υπολογίσουμε και κάτι σημαντικό, το οποίο πολλές φορές δεν περνάει από το μυαλό μας: Ο χώρος του μαθήματος έχει σημασία. Η Ψυχολογία της Εκπαίδευσης μάς δείχνει πως κάθε χώρος στον οποίο βρισκόμαστε έχει τον δικό του ρόλου και είναι συνδεδεμένος με τον σκοπό για τον οποίον έχει διαμορφωθεί.
Η μορφή της αίθουσας (πέρα από τον εξοπλισμό και την εξειδικευμένη διαρρύθμιση για τους σκοπούς της διδασκαλίας) παίζει καθοριστικό ρόλο στην ψυχολογία του μαθητή. Με πιο απλά λόγια, το μυαλό του μαθητή έχει κάνει αυτόματα τη σύνδεση πως τάξη = μάθημα. Κάτι το οποίο δεν μπορεί να ισχύει για κανέναν άλλον χώρο στον οποίο πραγματοποιείται ένα ιδιαίτερο μάθημα ξένης γλώσσας. Έτσι, το παιδί δεν χάνει χρόνο για να προσαρμοστεί στον σκοπό του μαθήματος, αλλά ούτε και μπορεί να αποπροσανατολιστεί -όπως είναι απόλυτα φυσιολογικό- από ξένα ερεθίσματα, που μπορεί να του δημιουργεί ένας χώρος τον οποίο έχει συνδέσει με άλλες δραστηριότητες.
Γιατί λοιπόν να επιλέξουμε ένα φροντιστήριο για την εκμάθηση μίας ξένης γλώσσας;
Επιλέγουμε ένα σύγχρονο φροντιστήριο, γιατί το παιδί βρίσκεται στον χώρο όπου είναι τόσο διαμορφωμένος, όσο και άμεσα συνδεδεμένος με τον σκοπό της εκμάθησης γλωσσών. Επιπλέον, το πρόγραμμα των μαθημάτων έχει αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας και χρονοδιαγράμματος, και ελέγχεται απόλυτα ως προς αυτό. Και, τέλος, γιατί η πραγματική συμμετοχή, με αλληλεπίδραση, εξάσκηση και κοινούς προβληματισμούς, μπορεί να απογειώσει την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας και να μας φέρει πιο κοντά στην επίτευξη του στόχου, αποδίδοντας, σύμφωνα με έρευνες, 3 φορές περισσότερο στη διαδικασία της αφομοίωσης της γνώσης, από όσο θα απέδιδε ο παθητικός τρόπος διδασκαλίας ενός παραδοσιακού ιδιαίτερου μαθήματος.